Μ.Η. Πασχόπουλος, Λέκτορας Μαιευτικής και Γυναικολογίας, Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Ιωαννίνων | ||||||||||||||||||||
Εισαγωγή-Ιστορικά στοιχεία Ο καρκίνος του μαστού είναι ο συχνότερος καρκίνος στις γυναίκες στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες του κόσμου και αποτελεί την κυριότερη αιτία θανάτου στις γυναίκες ηλικίας 35-54 χρονών. Από παλιά έχει παρατηρηθεί ότι ο καρκίνος του μαστού είναι ορμονοεξαρτώμενος και ότι η δυνατότητα ανταπόκρισης των καρκινικών κυττάρων στο ορμονικό ερέθισμα εξαρτάται από τον αριθμό και την κατάσταση των υποδοχέων που διαθέτουν για κάθε ορμόνη. Το 1927 ο Murray και οι συνεργάτες του παρατήρησαν ότι η μεταμόσχευση ωοθηκών σε αρσενικά τρωκτικά προκαλεί καρκίνο του μαστού τους. Έτσι αποδείχθηκε ότι οι ωοθήκες έχουν σημαντικό ρόλο στη δημιουργία όγκων. Επιδημιολογικές μελέτες επίσης απέδειξαν ότι οι γυναικείες ορμόνες συνδυάζονται με δημιουργία όγκων και ακόμη ότι η ωοθηκεκτομία 10-15 έτη πριν την εμμηνόπαυση μειώνουν τον κίνδυνο για εμφάνιση καρκίνου του μαστού. Γνωρίζουμε επίσης ότι ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες κινδύνου για εμφάνιση καρκίνου του μαστού είναι η έκθεση της γυναίκας σε υψηλά επίπεδα οιστρογόνων είτε ενδογενή ως σε περιπτώσεις ανδροειδούς παχυσαρκίας, πρώιμης εμμηναρχής και όψιμης εμμηνόπαυσης, είτε εξωγενή με χορήγηση υψηλών δόσεων οιστρογόνων, ως στη χρήση αντισυλληπτικών για μακρύ χρονικό διάστημα. Καθίσταται εμφανές ότι η χορήγηση ορμονοθεραπείας -αντιοιστρογόνων- έχει ευεργετικά αποτελέσματα σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού και θετικούς οιστρογονικούς υποδοχείς. Σήμερα η ταμοξιφαίνη αποτελεί ενδοκρινική θεραπεία επιλογής για καρκίνο μαστού σε 110 χώρες και την χρησιμοποίησαν εκατομμύρια γυναίκες. Η ταμοξιφαίνη (triphenylethylene) κατασκευάστηκε το 1966. Το 1966 επίσης o Toff και Forski περιέγραψαν τον οιστρογονικό υποδοχέα (ER) σε καρκίνο μαστού. Η ταμοξιφαίνη δρα δεσμεύοντας τον οιστρογονικό υποδοχέα ( ER ). To 1969 η ταμοξιφαίνη δόθηκε για μεταστατικό καρκίνο μαστού στο Christie Hospital του Manchester (UK). Λόγω των ενθαρρυντικών αποτελεσμάτων το 1971 η ταμοξιφαίνη χρησιμοποιήθηκε για παρηγορητική θεραπεία σε μετεμμηνοπαυσιακές ασθενείς με προχωρημένο στάδιο καρκίνου μαστού. Η επιτυχία της θεραπείας να προλαμβάνει την εξέλιξη των μεταστάσεων και η χαμηλή τοξικότητα οδήγησε στη χρησιμοποίηση το 1986 της ταμοξιφαίνης ως επικουρική θεραπεία σε πρώιμα στάδια καρκίνου μαστού. Επίσης προλαμβάνει τις πρώτες μεταστάσεις σε πρώιμα στάδια του καρκίνου. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του Early Breast Cancer Trialistal Collaborative Group που δημοσιεύθηκαν το 1992 η θεραπεία με ταμοξιφαίνη σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες μειώνει τη θνησιμότητα κατά 17%, τον κίνδυνο υποτροπής του καρκίνου του μαστού κατά 25%, και τον κίνδυνο δημιουργίας καρκίνου στον άλλο μαστό κατά 39%. Σήμερα συνιστάται θεραπεία για τουλάχιστον 5 χρόνια. Πρόληψη Η ταμοξιφαίνη ως χημειοπροφύλαξη είναι πολύ σημαντική, μειώνοντας κατά το ήμισυ τον κίνδυνο δημιουργίας καρκίνου του μαστού. Η οιστρογονική δράση της όμως στο ενδομήτριο και στη μήτρα απαιτεί συστηματοποιημένο έλεγχο του ενδομητρίου. Φαρμακολογία Η ταμοξιφαίνη συμπεριφέρεται σε ορισμένους ιστούς, όπως το ενδομήτριο, ως οιστρογόνο και σε άλλους όπως ο μαστός ως αντιοιστρογόνο. Η προφυλακτική δράση της ταμοξιφαίνης σε υγιείς γυναίκες με υψηλό κίνδυνο καρκίνου του μαστού αποδεικνύεται από την ικανότητα διατήρησης της οστικής πυκνότητας σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες, τη μείωση των επιπέδων της χοληστερόλης και των χαμηλής πυκνότητας λιποπρωτεινών. Eνδομήτριες αλλαγές σε γυναίκες υπό ταμοξιφαίνη Περίπου 30% των γυναικών σε θεραπεία με ταμοξιφαίνη έχουν γυναικολογικά συμπτώματα και μεταβολές του ενδομητρίου, του ενδοτραχήλου αλλά και του κολπικού βλεννογόνου. Οι μεταβολές του γεννητικού συστήματος που εμφανίζονται συνήθως είναι εκτεταμένη γεροντική ατροφία του επιθηλίου του κόλπου, εμφάνιση αδενοκυστικών ή και με ινώδη στοιχεία ενδομητρικών πολυπόδων και τέλος έχει αναφερθεί και εμφάνιση καρκινώματος του ενδομητρίου. Τα συμπτώματα που εμφανίζονται είναι η ξηρότητα του κόλπου, δυσπαρεύνια και η άτυπη ενδομήτρια αιμορραγία. Οι μακροχρόνιες θεραπείες με ταμοξιφαίνη πάντως επιφέρουν αλλαγές στο ενδομήτριο κυρίως ασυμπτωματικές και οι ασθενείς που λαμβάνουν αυτή τη θεραπεία έχουν αυξημένο κίνδυνο δημιουργίας ενδομητρικών πολυπόδων καθώς και υπερπλασίας του ενδομητρίου. Στις περιπτώσεις αδενοκαρκινώματος κυριαρχεί η εντύπωση ότι παρουσιάσθηκαν σε ασθενείς πριν τη λήψη της θεραπείας ή σχετίζονται με άλλους παράγοντες κινδύνου όπως η παχυσαρκία ή η λήψη θεραπείας ορμονικής υποκατάστασης. Σήμερα γνωρίζουμε ότι ο σχετικός κίνδυνος αδενοκαρκινώματος του ενδομητρίου σε λήψη ταμοξιφαίνης είναι 2-3/1000 γυναίκες. Αυτό οδήγησε στον προβληματισμό σχετικά με την ασφάλεια λήψης ταμοξιφαίνης για μακρύ χρονικό διάστημα. Ιδιαίτερα δε πρέπει να προβληματισθούμε για τους μεγάλους αριθμούς υγιών γυναικών που λαμβάνουν αντι-οιστρογόνα για πρόληψη καρκίνου του μαστού. ΜΕΘΟΔΟΣ ΕΛΕΓΧΟΥ Oι περισσότεροι ενδομητρικοί πολύποδες και οι υπερπλαστικές αλλοιώσεις σε γυναίκες υπό θεραπεία ταμοξιφαίνης χαρακτηρίζονται ως προκαρκινωματώδεις αλλοιώσεις. Λόγω όμως του χαμηλού κινδύνου μετεξέλιξης σε αδενοκαρκίνωμα και της αναγνωρισμένης προφυλακτικής δράσης του φαρμάκου τα προγράμματα ελέγχου προσανατολίσθηκαν στις μεθόδους πρόληψης και ελέγχου αυτών των αλλοιώσεων. Η νέα γενιά αντι-οιστρογόνων με κύριο εκπρόσωπο τη ραλοξιφαίνη (selective oestrogen receptor modulators SERMS- II) έχουν μικρότερη proliferative επίδραση στο ενδομήτριο απ ότι η ταμοξιφαίνη. Ο προστατευτικός τους ρόλος όμως στον καρκίνο του μαστού ακόμα ερευνάται αν και υπόσχεται αρκετά καλά αποτελέσματα. (Πίνακας Ι) Στο παρελθόν οι αλλοιώσεις που προκαλεί η ταμοξιφαίνη ελεγχόταν με τη διακολπική υπερηχογραφία. Την τελευταία τριετία, τη διακολπική υπερηχογραφία μπορεί να αντικαταστήσει η διακολπική υδροϋπερηχογραφία (SIS) και ακολουθεί ως μέθοδος ελέγχου η υστεροσκόπηση, όπου πλεονεκτεί της υπερηχογραφίας λόγω της καλύτερης απεικόνισης των ενδομητρικών αλλοιώσεων και της δυνατότητας που παρέχει για λήψη ενδομήτριων βιοψιών υπό άμεσο οπτικό έλεγχο.
ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΙΚΕΣ, ΥΣΤΕΡΟΣΚΟΠΙΚΕΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ Υπάρχουν υπερηχογραφικές και υστεροσκοπικές εικόνες, εκτός των ιστολογικών που είναι παθογνωμονικές για ενδομήτριες αλλοιώσεις τύπου ταμοξιφαίνης. Η υστεροσκόπηση πλεονεκτεί της υπερηχογραφίας λόγω του ότι ο άμεσος οπτικός έλεγχος της ενδομητρικής κοιλότητας παρέχει καλύτερα αποτελέσματα διαφοροδιάγνωσης των αλλοιώσεων.
Υπερηχογραφική εικόνα Στο 75% των γυναικών υπό θεραπεία ταμοξιφαίνης εμφανίζεται ανώμαλη πάχυνση του ενδομητρίου και εμφάνιση druyere cheese. Στις περισσότερες περιπτώσεις μόνο η υστεροσκόπηση και η διακολπική υπερηχογραφία μπορούν να διαφοροδιαγνώσουν μεταξύ δύο τυπικών ενδομητρικών αλλοιώσεων από ταμοξιφαίνη όπως το ψευδοπολυποειδές αδενοκυστικό ενδομήτριο και ο αδενοκυστικός πολύποδας Υστεροσκοπική εικόνα Χαρακτηριστικά
Ιστολογική εικόνα Χαρακτηριστικά
2. ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΚΟΣ ΠΟΛΥΠΟΔΑΣ (Tamoxifen polyp) Υπερηχογραφική εικόνα Xαρακτηριστικά Ο αδενοκυστικός ιστός (πολύποδας) επιπλέει στον φυσιολογικό ορρό κατά τη διάρκεια της υδροϋπερηχογραφίας (SIS). Το ενδομήτριο που περιβάλλει τον πολύποδα δεν είναι πεπαχυσμένο και ανώμαλο. Ιστολογική εικόνα Χαρακτηριστικά
Τα τρία αυτά χαρακτηριστικά είναι απίθανο να συνυπάρχουν σε ασθενείς που δε λαμβάνουν ταμοξιφαίνη. Η πλειονότητα των ενδομητρικών πολυπόδων απαιτούν περιβάλλον απλής ενδομητρικής υπερπλασίας, πολλές φορές όμως το ενδομήτριο μπορεί να είναι ατροφικό. Υστεροσκοπική εικόνα Χαρακτηριστικά
Mε μεγέθυνση 20χ μέσα σαυτόν τον πολύποδα μπορούμε να δούμε άτυπες αλλαγές. Αυτός ο πολύποδας ταξινομείται ως polyp-cancer. Το ενδομήτριο μπορεί να είναι ατροφικό ή υπερπλαστικό. Η διαγνωστική υπεροχή της υστεροσκόπησης φαίνεται κυρίως στις ενδομήτριες αλλαγές που υφίσταται το ενδομήτριο σε γυναίκες υπό θεραπεία ταμοξιφαίνης. Σ αυτές τις ασθενείς ο διακολπικός υπέρηχος διαγιγνώσκει ένα πεπαχυσμένο ενδομήτριο με κυστικές περιοχές (εικόνα γραβιέρας ). Ακολούθως η υστεροσκόπηση αποδεικνύει την τυπική εικόνα της κυστικής ατροφίας που προκαλεί η χρήση των αντι-οιστρογόνων: ένα λεπτό στρώμα ατροφικού ενδομητρίου με υπερκείμενες κυστικές διευρύνσεις του στρώματος που οδηγούν στο σχηματισμό των ψευδοπολυποειδών αλλοιώσεων. Όταν η ενδομήτρια πίεση μειώνεται κατά τη διάρκεια της υστεροσκόπησης αυτές οι κυστικές διευρύνσεις προεξέχουν εντός της ενδομήτριας κοιλότητας και δημιουργούν την εικόνα του υπερπλαστικού ενδομητρίου που αναγνωρίζεται αρχικά υπερηχογραφικά. Χρησιμοποιώντας την υστεροσκόπηση ύποπτα ευρήματα σε διάγνωση με υπερήχους ή με άλλες τεχνικές, διαγιγνώσκονται σωστά και αποφεύγονται επανειλλημένες διαγνωστικές αποξέσεις ή η υστερεκτομία. ΕΛΕΓΧΟΣ ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΟΥ ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΑΜΟΞΙΦΑΙΝΗΣ Για ασυμπτωματικές γυναίκες οι διαγνωστικές μέθοδοι ελέγχου του ενδομητρίου είναι οι παρακάτω:
Σε συμπτωματικές ασθενείς (AUB) ο αποκλεισμός της κακοήθειας πρέπει να γίνει οπωσδήποτε, σε αυτές τις περιπτώσεις η υστεροσκόπηση και η κατευθυνόμενη ενδομήτρια βιοψία, κατά προτίμηση με χρήση ηλεκτροτόμου (resection) είναι o καλύτερος και ασφαλέστερος τρόπος προσέγγισης. (Πίνακας ΙΙ) ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΙ: ΤΑΜΟΞΙΦΑΙΝΗ ΚΑΙ ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΟ, ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
References
|
«Θαρσείν χρη, τάχ' αύριον έσσετ' άμεινον». Θεόκριτος {Πρέπει να έχεις θάρρος, ίσως το αύριο είναι καλύτερο}
Δευτέρα 2 Μαΐου 2011
ΥΣΤΕΡΟΣΚΟΠΙΚΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΕΝΔΟΜΗΤΡΙΟΥ ΣΕ ΑΣΘΕΝΕΙΣ ΠΟΥ ΛΑΜΒΑΝΟΥΝ ΟΡΜΟΝΟΘΕΡΑΠΕΙΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου